Πασατέμπος

Ιστορία για να… περνά η ώρα – Σχόλια και παρατηρήσεις στο athinaios@live.com

Οι «πλαστικές» εφημερίδες σκοτώνουν τον Τύπο

Το ερώτημα ακούγεται όλο και πιο έντονα από αυτούς που ανησυχούν (ή προσποιούνται…) για τις χαμηλές κυκλοφορίες των εφημερίδων. «Πόσες θα μείνουν;» Οι μισοί από αυτούς που ρωτούν και ανησυχούν εάν έδιναν 1,20 στο περίπτερο δεν θα χρειαζόταν να μπουν στον κόπο να ρωτήσουν. Οι εφημερίδες θα είχαν και πάλι ικανοποιητικές κυκλοφορίες. Τις αξίζουν όμως;

Το «Έθνος» ντυμένο στα πράσινα

Εδώ και πολλά χρόνια έπαψαν να είναι εφημερίδες. Ο ρόλος τους ήταν να ενημερώνουν τον αγουροξυπνημένο αναγνώστη ή αυτόν που γυρνούσε σπίτι από τη δουλειά το μεσημέρι κι ήθελε να χαλαρώσει διαβάζοντας τις ειδήσεις της ημέρας. Υπήρχαν πρωινές (κυκλοφορούσαν γύρω στις 7) και απογευματινές (γύρω στις 12 το μεσημέρι). Σήμερα κυκλοφορούν όλες μαζί αλλά τα νέα είναι ήδη… παλιά! Αρκεί ένα κομπιούτερ ή ένα κινητό και τα μαθαίνεις σε πραγματικό χρόνο μαζί με τους ανθρώπους που γράφουν τις ειδήσεις και πολύ πριν αυτούς που θα σχεδιάσουν τη σελίδα, θα αξιολογήσουν την είδηση και θα την στείλουν στο τυπογραφείο για να τυπωθεί.

Οι εφημερίδες προσπάθησαν να γίνουν μετα-εφημερίδες, οι περισσότερες με λάθος τρόπο. Απεμπόλησαν, στο όνομα της νέας εποχής, τη μαχητικότητά τους. Έγιναν περιοδικά και μάλιστα σε χαρτί εφημερίδας, πούλησαν στοκαρισμένα cd και dvd, εγκυκλοπαίδειες, λεξικά, γενικά ότι έχανε την αξία του στο… παρά πέντε έβρισκε καταφύγιο σε αυτές. Τυλίχτηκαν σε νάιλον σακούλα για να μην… σκορπούν οι προσφορές κι αντί για μανταλάκι (που δεν τις άντεχε) μπήκαν στο ράφι δίπλα στο «μαγικό κουτί» τις συσκευασίες δηλαδή που απευθύνονται στους πιτσιρικάδες και περιέχουν μικρά δώρα. Με τον καιρό εκτός από το μανταλάκι δεν τις άντεχε κι ο αναγνώστης.

Μετα-εφημερίδα δεν μπορεί να είναι αποστειρωμένη, αδιάφορη. Το αντίθετο. Σημαίνει δυναμισμός, γνώμη, μαχητικότητα. Θέλετε ένα παράδειγμα;

Το «Εθνος» πριν τη χούντα δεν είχε ποτέ υψηλές κυκλοφορίες. Το 1969 πουλούσε λίγο παρακάτω από 26.000 φύλλα τη μέρα όταν οι ανταγωνιστές του έφθαναν τα τετραπλάσια! Από τον Ιανουάριο του 1970 αμφισβητεί το καθεστώς, παίζει κρυφτούλι με τη λογοκρισία και οι αναγνώστες το στηρίζουν. Μπορεί ο περιπτεράς να καρφώνει στον χωροφύλακα όσους το αγοράζουν, μπορεί στην περιφέρεια να πρέπει να αλλάξεις γειτονιά για να το αγοράσεις από περιπτερά που δεν σε ξέρει, να το τυλίγεις με τον «Ελεύθερο Κόσμο» ή την «Ακρόπολις», αλλά η εφημερίδα ανεβαίνει:

*Ιανουάριος: 37.695 φύλλα

* Φεβρουάριος: 44.308

* Μάρτιος: 49.374

*Απρίλιος: 46.672

Μετά το έκλεισε η χούντα. Πριν όμως το «λουκέτο» η αύξηση ήταν ραγδαία. Ο κόσμος στήριζε την εφημερίδα που κάτι προσπαθούσε να του πει.

Κάτι αντίστοιχο έγινε και στην εποχή Μπόμπολα. Ενδεικτικά μερικές κυκλοφορίες;

Σεπτέμβριος 1981: 101.313 φύλλα

Σεπτέμβριος 1982: 167.691 φύλλα

Ο κόσμος στήριξε και το νέο «Εθνος» που έφερε νέα εμφάνιση, νέο τρόπο παρουσίασης των ειδήσεων και ήταν μαχητικό. Όταν άλλαξε γραμμή, λόγω Κοσκωτά και άρχισε τον πόλεμο στον Ανδρέα Παπανδρέου οι αναγνώστες άρχισαν να το εγκαταλείπουν. Κι όταν, πια, άλλαζε πολιτική ανάλογα με τα συμφέροντα του εκδότη του και τις άλλες δουλειές που είχε (βλέπε Ακτωρ) η πτώση ήταν δραματική. Το 2016 έφθασε τα 9.638 φύλλα.

Το «Εθνος» στα χέρια του Ιβάν Σαββίδη είχε ωραία εμφάνιση, καλό χαρτί, προσεγμένη εκτύπωση, ζωηρά χρώματα στην πρώτη σελίδα, αλλά δεν ήταν άχρωμο και άοσμο. Δεν χτυπούσε γροθιά στο μαχαίρι στα θέματα της  καθημερινότητας. Ο εκδότης του είχε κι άλλες δουλειές από τις οποίες έβγαζε λεφτά και στήριζαν την εφημερίδα. Το αντίθετο θα ήταν αυτοκτονία. Ο κόσμος δεν πήρε το «Έθνος στα χέρια του», όπως ήταν το παλιό και πετυχημένο σλόγκαν, επειδή η εφημερίδα βρισκόταν στα χέρια ενός μεγαλοεπιχειρηματία.

Κάτι ανάλογο είχε γίνει πολλά χρόνια νωρίτερα με τη «Μεσημβρινή» όταν περνούσε από τον Χρήστο Σιαμαντά στον όμιλο Βαρδινογιάννη. Ξοδεύτηκαν χρήματα, αποκτήθηκαν ικανότατοι δημοσιογράφοι, έγινε μεγάλη διαφημιστική εκστρατεία με σλόγκαν «πλούσια, νέα και ωραία». Είχε και τα τρία προσόντα η Μεσημβρινή των Βαρδινογιάννηδων, αλλά δεν ήταν μαχητική. Δεν έριχνε γροθιά στο μαχαίρι. Η Ελένη Βλάχου της οποίας ήταν δημιούργημα, έγραψε με δόση… κακίας: «Αφού είναι πλούσια, νέα και ωραία γιατί εκδίδεται;». Πίσω από το πικρό χιούμορ είχε διαβλέψει ότι ένας τόσο μεγάλος όμιλος έχει συμφέροντα που δεν μπορούσε να τα βάλει σε κίνδυνο για να ανεβάσει τις πωλήσεις  της. Κι ήρθε η υπόθεση Κοσκωτά. Ο «Ελεύθερος Τύπος» έκανε αδυσώπητο πόλεμο στην κυβέρνηση και ξεπέρασε τις 200.000 φύλλα. Η «Μεσημβρινή» πώς να ακολουθήσει; Τα γράφει αναλυτικά στο βιβλίο του «οι βαρώνοι του Τύπου» ο τότε διευθυντής της «Μεσημβρινής» Χρήστος Πασαλάρης. Ο όμιλος Βαρδινογιάννη επεκτάθηκε, πλούτισε, αλλά η «Μεσημβρινή» έκλεισε.

Άλλο παράδειγμα η Γιάννα Αγγελοπούλου. Απέκτησε τον «Ελεύθερο Τύπο» και τον έκανε αγνώριστο. Η εφημερίδα ήταν ελκυστική, μόνο στην εμφάνιση. Οι τακτικοί του αναγνώστες τον εγκατέλειψαν. Δεν έβρισκαν τη «σκληρή (και χυδαία κάποιες φορές) γλώσσα. Έπιαναν στα χέρια τους μια «φλατ» εφημερίδα που δεν είχε άποψη. Είχε τις καλύτερες φωτογραφίες, το καλύτερο χαρτί, τα καλύτερα γραφήματα, οι σελίδες του βραβεύονταν από διεθνείς οργανισμούς για την πρωτοτυπία τους, αλλά δεν ήταν εφημερίδα. Δεν είχε ψυχή και της έλειπε η δυνατή φωνή που ενοχλούσε τους ισχυρούς. Τουλάχιστον η Αγγελοπούλου αποζημίωσε – και με το παραπάνω – τους εργαζόμενους, όχι σαν τους φερόμενους εκδότες που και τις εφημερίδες τους χαντάκωσαν και το προσωπικό τους φέσωσαν.

Η εφημερίδα είναι γυναίκα. Σου αρέσει ή δεν σου αρέσει αγαπητέ αναγνώστη. Αν γίνει σαν τις πλαστικές γκόμενες των μπαρ, άντε να τη δεις σαν ξεπέτα. Θα την πάρεις μία φορά κι έπειτα… πάμε για άλλα. Δεν θα της μείνεις πιστός.

Ρίξτε μια ματιά στο νεκροταφείο του Τύπου. Θα δείτε πολλές «πλαστικές εφημερίδες» κι ελάχιστες αληθινές να αναπαύονται εν ειρήνη…

Σχολιάστε